Όταν η αξιοπιστία ενός θεσμού καταρρέει με πάταγο και η αίσθηση δικαιοσύνης έχει αντικατασταθεί από μία προκλητική μεροληψία, τότε η συμμετοχή σε αυτόν τον θεσμό παύει να έχει οποιοδήποτε νόημα. Ο Παναθηναϊκός, μετά τα όσα τραγελαφικά βιώνει στους τελικούς της Basket League, δικαίως αναρωτιέται: «Γιατί να κατέβουμε στο Game 4;»
Η διαιτησία έχει ξεπεράσει κάθε όριο ανοχής και λογικής. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται μέσα στο παρκέ δεν συνιστούν απλώς ανθρώπινα λάθη — πρόκειται για διαδοχικές προσβολές προς την ομάδα, τους αθλητές της και τον κόσμο της. Κάθε κατοχή, κάθε φάουλ, κάθε τεχνική ποινή φαντάζει σαν να έχει προαποφασιστεί, με μία “σημαδεμένη τράπουλα” που πλέον ούτε καν προσπαθεί να κρυφτεί.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, έρχεται και η απόφαση-σκάνδαλο για τον Εβάν Φουρνιέ. Ο παίκτης του Ολυμπιακού δεν τιμωρείται για μία δημόσια, απρεπή και εξευτελιστική πράξη, που σε οποιοδήποτε σοβαρό πρωτάθλημα θα είχε επιφέρει τουλάχιστον προσωρινή απομάκρυνση από τη δράση. Στην Ελλάδα, ωστόσο, αποτελεί «λεπτομέρεια». Αφήνεται ατιμώρητος, δίνοντας το σήμα ότι το μέτρο έχει χαθεί και οι κανόνες ισχύουν επιλεκτικά.
Μπροστά σε αυτή τη στρέβλωση, ο Παναθηναϊκός έχει κάθε λόγο να σκεφτεί σοβαρά τη μη κάθοδό του στο Game 4. Δεν είναι απλώς θέμα διαμαρτυρίας. Είναι θέμα αυτοσεβασμού και υπεράσπισης της ισονομίας στο άθλημα. Δεν έχει κανένα νόημα να παίζεις όταν το παιχνίδι έχει ήδη κριθεί από άλλους — όταν το αποτέλεσμα δεν καθορίζεται στο γήπεδο, αλλά στο παρασκήνιο.
Η απουσία του Παναθηναϊκού από το επόμενο παιχνίδι δεν θα είναι φυγομαχία. Θα είναι δήλωση. Δήλωση ότι δεν είναι διατεθειμένος να γίνει συμμέτοχος σε μια παρωδία. Αν το μπάσκετ στην Ελλάδα θέλει να έχει μέλλον, τότε πρέπει πρώτα να επανεφεύρει το ίδιο του το ήθος.